Καταρχήν θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι το εμπορικό σήμα είναι κάθε τι που μας επιτρέπει να διακρίνουμε τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες, που παρέχουμε εμείς ή η επιχείρησή μας, από αυτά, που παρέχει κάθε άλλη επιχείρηση. Επίσης, το εμπορικό σήμα ενημερώνει, κατά κάποιον τρόπο, τον καταναλωτή για την προέλευση του κάθε προϊόντος.
Ως εμπορικό σήμα μπορούν να θεωρηθούν διακριτικές λέξεις, ονόματα φυσικών προσώπων, επωνυμίες νομικών προσώπων, ψευδώνυμα, εικαστικά σχέδια και απεικονίσεις, γράμματα, αριθμοί, διακριτικά χρώματα, που αποτελούν χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, ήχοι, το σχήμα, που έχουμε επιλέξει για το προϊόν μας ή την συσκευασίας του κ.λπ. Δικαίωμα να καταθέσουν αίτηση κατοχύρωσης εμπορικού σήματος έχουν όλοι οι πολίτες και οι επιχειρήσεις (φυσικά και νομικά πρόσωπα).
Το εμπορικό σήμα μπορεί να είναι είτε ΕΘΝΙΚΟ, είτε ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ, είτε ΔΙΕΘΝΕΣ. Μια από τις σημαντικότερες και πιο κοινές απορίες, που μπορεί να έχει κάποιος, σχετικά με το εμπορικό σήμα που πρέπει να κατοχυρώσει, είναι ποια από τις τρεις παραπάνω κατηγορίες εμπορικού σήματος είναι η σωστή για αυτόν.
Τα χαρακτηριστικά των τριών διακρίσεων κατοχύρωσης εμπορικών σημάτων:
- ΤοΕΘΝΙΚΟ εμπορικό σήμα κατατίθεται στο Τμήμα Σημάτων της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας. Ισχύει και προστατεύεται μόνο για την χώρα μας.
- ΤοΕΥΡΩΠΑΙΚΟ εμπορικό σήμα (μέχρι πρόσφατα ονομαζόταν ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ*) κατατίθεται στο Ευρωπαϊκό Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας (EUIPO) και ισχύει για τις χώρες της Ε.Ε.
- ΤοΔΙΕΘΝΕΣ εμπορικό σήμα προϋποθέτει να έχει κατατεθεί ή κατοχυρωθεί προηγουμένως ένα από τα προηγούμενα σήματα, το ελληνικό ή το ευρωπαϊκό. Ο δικαιούχος θα πρέπει να κάνει την αίτησή του στον Παγκόσμιο Οργανισμό Διανοητικής Ιδιοκτησίας (WIPO). Ύστερα το σήμα θα διαβιβαστεί και θα εξεταστεί ως κατάθεση σήματος στις χώρες που επιθυμεί ο ενδιαφερόμενος που έκανε την αίτηση. Άρα, το διεθνές σήμα αποτελεί έναν συνδυασμό σημάτων που αναγνωρίζεται σε κάθε χώρα που θέλει ο ενδιαφερόμενος.
Αντιλαμβανόμαστε πως κάθε δικαιούχος έχει διαφορετικές ανάγκες και έτσι, σύμφωνα με τα παραπάνω, καταθέτει σήμα ανάλογα με τις ανάγκες του και τις εμπορικές του συναλλαγές.
Εάν για παράδειγμα, ο δικαιούχος δραστηριοποιείται μόνο εντός της χώρας του, καταθέτει αίτηση για το εθνικό σήμα. Εάν ενδιαφέρεται να επεκτείνει τη δουλειά του στο εξωτερικό, το ευρωπαϊκό είναι το εμπορικό σήμα, που καλύπτει περισσότερο τις ανάγκες του. Αυτό, που θα πρέπει να υπολογίσουμε επίσης, είναι και το πόσο κοστίζει η κατάθεση σήματος, ένα ποσό, το οποίο διαφέρει ανά περίπτωση. Επομένως, με βάση τις ανάγκες κάθε επιχείρησης και τον κύκλο εργασιών της, επιλέγει και το αντίστοιχο εμπορικό σήμα.
Περισσότερες, όμως, πληροφορίες γι’ αυτό το θέμα γνωρίζουν τα εξειδικευμένα δικηγορικά γραφεία παροχής συμβουλευτικής, όπως είναι και η BCLA, μια εταιρεία, που αντιμετωπίζει πολλές τέτοιες υποθέσεις.
Θα πρέπει να τονίσουμε ότι το νομικό καθεστώς για τα εμπορικά σήματα στην Ελλάδα αναγράφεται στον ν. 4072/2012, ενώ με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2015/2424 της 16ης Δεκεμβρίου 2015 το κοινοτικό σήμα μετονομάστηκε σε «Σήμα της Ε.Ε.» ή αλλιώς ευρωπαϊκό.