Αν και μπήκε εγγυητής σε σύμβαση δανείου και είχε μάλιστα παραιτηθεί εγγράφως από τη δυνατότητα να ελευθερωθεί από αυτήν την εγγύησή του, κατάφερε να μην πληρώσει ούτε ένα ευρώ!
Ο λόγος για έναν κάτοικο της Φλώρινας, που εκμεταλλεύθηκε μια αβλεψία της Τράπεζας με την οποία είχε συναφθεί η δανειακή σύμβαση ύψους 116.601,51 ευρώ, στην οποία είχε μπει εγγυητής.
Η Τράπεζα δεν επιδίωξε δικαστικά από τον εγγυητή το ποσό που της όφειλε ο δανειολήπτης για έναν ολόκληρο χρόνο από την ημέρα που έγινε απαιτητή η κύρια οφειλή.
Έτσι με απόφαση του Πρωτοδικείου Φλώρινας ο εγγυητής απελευθερώθηκε από την εγγύησή του, παρόλο που κατά την σύναψή της είχε παραιτηθεί εγγράφως από την ένσταση ελευθέρωσης.
Στο σκεπτικό του το δικαστήριο επικαλείται το άρθρο 866 ΑΚ σύμφωνα με το οποίο εκείνος που εγγυήθηκε για ορισμένο μόνο χρόνο ελευθερώνεται από την εγγύηση «εάν ο δανειστής δεν επιδιώξει δικαστικά την απαίτησή του μέσα σε ένα μήνα από την πάροδο αυτού του χρόνου και δεν συνεχίσει τη σχετική διαδικασία χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, εγγύηση για ορισμένο χρόνο υπάρχει όταν, κατά τη συμφωνία δανειστή και εγγυητή, η υποχρέωση του τελευταίου αποσβένεται κατά ορισμένο χρονικό σημείο, το οποίο προσδιορίζεται είτε ημερολογιακά είτε με άλλο τρόπο». Επίσης στην απόφαση αναφέρεται πως η επιδίωξη της απαίτησης του δανειστή απαιτείται να γίνει δικαστικά, δηλαδή με την άσκηση αγωγής, την προβολή ένστασης, την αναγγελία στην πτώχευση ή στον πλειστηριασμό περιουσιακού στοιχείου του πρωτοφειλέτη, ενώ δεν αρκεί η εξώδικη όχληση του τελευταίου ή του εγγυητή.
Σύμφωνα με την ετυμηγορία του δικαστηρίου, από συνδυασμό διατάξεων (άρθρα 281, 288, 386, 672, 766 και 767 ΑΚ) συνάγεται γενική αρχή του δικαίου, κατά την οποία επιτρέπεται να καταγγελθεί μία διαρκής ενοχική σύμβαση, όπως είναι η σύμβαση δανείου, ή μία σύμβαση διαδοχικών τμηματικών παροχών για σπουδαίο λόγο σε κάθε περίπτωση, δηλαδή ανεξάρτητα αν πρόκειται για σύμβαση ορισμένου ή αορίστου χρόνου (ΑΠ 416/2013 ΝΟΜΟΣ).
Με βάση αυτήν την νομολογία, προστατεύεται σε βάθος ο εγγυητής μιας σύμβασης, τόσο αορίστου όσο και ορισμένου χρόνου. Μάλιστα, στην περίπτωση του ορισμένου χρόνου, το διάστημα που γλιτώνει ο εγγυητής την καταβολή οποιουδήποτε ποσού περιορίζεται στον ένα μήνα.
Συγκεκριμένα, κατά το άρθρο 866 του Αστικού Κώδικα, εκείνος που εγγυήθηκε για ορισμένο μόνο χρόνο ελευθερώνεται από την εγγύηση στην περίπτωση που ο δανειστής δεν επιδιώξει δικαστικά την απαίτησή του μέσα σε ένα μήνα από την πάροδο του χρόνου αυτού (ένσταση ελευθέρωσης).
Με τη συγκεκριμένη απόφαση τονίστηκε για πρώτη φορά η σημασία του εύλογου χρόνου της διαδικασίας και της επιτάχυνσης στην απονομή της δικαιοσύνης. Μάλιστα το σκεπτικό της απόφασης ξεκινά με σαφή αναφορά στα συγκεκριμένα άρθρα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. «Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 632 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 14 παρ. 1 Ν. 4055/2012, και 937 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 19 παρ. 4 του ιδίου ως άνω νόμου, που έχει ως σκοπό την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης, για την εκδίκαση των οικείων ανακοπών εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 643 και 591 παρ. 1 περ. α’ ΚΠολΔ. Στη σχετική δε αιτιολογική έκθεση γίνεται ρητά λόγος για εφαρμογή της ειδικής διαδικασίας των διαφορών από πιστωτικούς τίτλους με σκοπό την επιτάχυνση των σχετικών δικών και την αποσυμφόρηση των υποθέσεων. Εξάλλου ένας από τους βασικούς άξονες του εν λόγω νόμου, ο οποίος φέρει τον τίτλο «για τη δίκαιη δίκη και την εύλογη διάρκεια αυτής», είναι η επίτευξη της εκδίκασης των υποθέσεων των πολιτών σε εύλογη και σύντομη προθεσμία (βλ. Γενικό Μέρος αιτιολογικής έκθεσης Ν. 4055/2012). Καθίσταται, επομένως, σαφές ότι ο σκοπός του νομοθέτη είναι εν προκειμένω η επιτάχυνση των δικών που ανοίγονται με την άσκηση ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής και πράξεων της αναγκαστικής εκτέλεσης και, για το λόγο αυτό, ορίζεται για τη συζήτηση τους στο ακροατήριο η εφαρμογή των άρθρων 643 και 591 παρ. 1 περ. α’ ΚπολΔ.»