Υπέρ των μελών του υπηρετούντος στρατιωτικού προσωπικού, ενόψει των επιπρόσθετων εξόδων μετακίνησης και διαμονής στα οποία υποβάλλονται, κατά την εκτέλεση των ανατεθειμένων καθηκόντων τους στην αλλοδαπή, έχει ορισθεί νομοθετικώς η παροχή ορισμένης αποζημίωσης. Η τελευταία, καλούμενη ως «επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής» νοείται ως οικονομικής φύσης πρόσοδος παρεχόμενη στους δικαιούχους, με σκοπό την κάλυψη των ως άνω δαπανών τους, οι οποίες ανακύπτουν, επιπροσθέτως των συνήθων, εξαιτίας της διαβίωσής τους στο εξωτερικό. Με έντονη νομοθετική δραστηριοποίηση και πανσπερμία προκυπτουσών αρχικών και τροποποιητικών διατάξεων, το ελληνικό κοινοβούλιο έχει προβεί σε θέσπιση μέτρων, βάσει των οποίων το προαναφερθέν επίδομα υπόκειται σε διαφόρων ειδών κρατήσεις. Μία από αυτές συνίσταται σε επιβολή μείωσης ποσοστού αυτού και μεταφοράς του παρακρατηθέντος ποσού σε ορισμένο ταμείο – θεσμό κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας των υπηρετούντων στις ένοπλες δυνάμεις – το «Μετοχικό Ταμείο Στρατού – Ναυτικού – Αεροπορίας».
Πιο συγκεκριμένα, αναφορικά με το νομοθετικό καθεστώς που διέπει τους όρους πραγματοποίησης της εισφοράς προς το εν λόγω Ταμείο, ως κρίσιμης σημασίας αναδεικνύεται η διάταξη του άρθρου 32 παρ. 4 εδ. β’ του νόμου 2685/1999, στην οποία ορίζεται ότι: «…επί του επιδόματος αλλοδαπής ενεργούνται κρατήσεις υπέρ των οικείων ασφαλιστικών ταμείων, το ύψος των οποίων δεν μπορεί να υπερβεί για κάθε ταμείο το 5%…». Περαιτέρω, στο άρθρο 17 αρ. 2 εδ. τελευταίο του ίδιου νόμου προβλέπεται ότι το υπό κρίση επίδομα χορηγείται στους υπηρετούντες στο εξωτερικό στρατιωτικούς υπαλλήλους υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με τις οποίες παραχωρείται στους υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών οι οποίοι εκτελούν τη θητεία τους στην αλλοδαπή το αναλογούν σε αυτούς αντίστοιχο χρηματικό επίδομα. Στο σημείο αυτό κρίνεται απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι παρατηρείται ήδη από τα έτη της μεταπολίτευσης και στη συνέχεια, η τάση εξομοίωσης της νομοθετικής αντιμετώπισης του υπηρεσιακού καθεστώτος των στελεχών του Στρατού, του Ναυτικού και της Αεροπορίας με αυτό των πολιτικών υπαλλήλων, πράγμα το οποίο είναι εναργές και στην περιλαμβανόμενη στο άρθρο 17 αρ. 2 εδ. τελευταίο του νόμου 2685/1999 ρύθμιση, η οποία επιφέρει την εξίσωση των όρων καταβολής του επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής στους δικαιούχους των δύο υπό σύγκριση κατηγοριών υπαλλήλων. Η ειδική δε μνεία του άρθρου 34 παρ. 4 εδ. β’ του προμνησθέντος νομοθετήματος στις διενεργούμενες κρατήσεις επί του επιδόματος των ενστόλων αποσκοπεί στο νομοθετικό καθορισμό ότι οι σχετικές εισφορές αποταμιεύονται υπέρ διαφορετικού μετοχικού ταμείου από εκείνο των πολιτικών υπαλλήλων, δηλαδή αυτό του Μετοχικού Ταμείου Στρατού. Συνεπώς, η προκείμενη διάταξη δεν εισαγάγει συγκεκριμένη ρύθμιση με την οποία επιβάλλεται στους υπηρετούντες στις ένοπλες δυνάμεις, εκτός Ελλάδας παρακράτηση ως προς το προσποριζόμενο από αυτούς σχετικό επίδομα, αλλά θεσπίζεται, ώστε να διαχωριστεί το ταμείο πρόσληψης της ως άνω κράτησης από εκείνο το ταμείο όπου απολήγει η αντίστοιχη παρακράτηση επί του επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής των πολιτικών υπαλλήλων.
Μετά την παγίωση του ως άνω εκ τεθέντος νομικού καθεστώτος, επιτελέστηκε με το άρθρο 155 παρ. 4 αρ. 4 εδ. γ’ του νόμου 3566/2007 (όπως αυτή τροποποιήθηκε από την παρ. 38α του άρθρου 41 του νόμου 3712/2008) νομοθετική μεταβολή, ενόψει της οποίας το επίδομα υπηρεσίας στην αλλοδαπή το αφορόν στους υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών απαλλάχθηκε από κάθε υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων επιβάρυνση. Η διάταξη του άρθρου 17 αρ. 2 εδ. τελευταίο του νόμου 2685/1999 προβλέπει αναλογική εφαρμογή των νομικών ρυθμίσεων που διέπουν το παραπάνω επίδομα των υπαλλήλων του Υπουργείου Εξωτερικών επί του νομικού status quο του αντίστοιχου επιδόματος των στρατιωτικών υπαλλήλων. Καθίσταται, ως εκ τούτου, εκ των ανωτέρω σαφές ότι πρέπει το καταβαλλόμενο κονδύλιο για την κάλυψη των αυξημένων δαπανών τις οποίες αντιμετωπίζουν στο εξωτερικό τα υπηρετούντα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων, να τυγχάνει της ίδιας νομικής μεταχείρισης με την πρόσοδο η οποία χορηγείται στους πολιτικούς υπαλλήλους για τον ίδιο λόγο. Επομένως, λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι ως προς την τελευταία υφίσταται νομοθετική απαγόρευση υποβολής της σε κράτηση υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων, ανάλογη απαγόρευση ισχύει αναφορικά και με το καταβαλλόμενο στους στρατιωτικούς υπαλλήλους επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής, το οποίο δεν επιτρέπεται να υφίσταται παρακράτηση ως προς ορισμένο ποσοστό του, ώστε να προκύψει σχετική εισφορά προς εισκομιδή υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Στρατού.