Κάποτε το να εργάζεται κανείς στο Ελληνικό Δημόσιο αποτελούσε εχέγγυο ευημερίας. Τα πράγματα ωστόσο φαίνεται πως έχουν αλλάξει δραματικά, πλέον. Μία από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης αποτελούν και οι περικοπές στα εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων που ολοένα και αυξάνονται. Μοιάζει να μην έχει τέλος αυτή η δυσμενής εξέλιξη αφού το «ψαλίδι» στα εφάπαξ των υπαλλήλων του δημοσίου θα συνεχιστεί, όπως όλα δείχνουν.
Ας κάνουμε όμως μια αναδρομή σε αυτήν την ξέφρενη καθοδική πορεία. Το 2009 το μέσο εφάπαξ για έναν υπάλληλο του Ελληνικού Δημοσίου έφθανε τις 40.016 ευρώ ενώ το 2013 μειώθηκε στις 26.112 για να φθάσει στο τέλος της ίδιας χρονιάς τις 21.171 ευρώ. Τα πράγματα το 2016 φαίνεται να χειροτερεύουν αφού το εφάπαξ ενός δημοσίου υπαλλήλου, που αποχώρησε μετά από υπηρεσία 20 έως 35 ετών, άγγιξε τις 20.870 ευρώ περίπου. Παρακολουθώντας αυτήν την καθοδική πορεία η στρόφιγγα των εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων φαίνεται να στερεύει. Με πρόχειρους υπολογισμούς μέχρι το 2020, χονδρικά λοιπόν μέσα στο διάστημα της επόμενης δεκαετίας, φαίνεται ότι θα έχει χαθεί το 50% του εφάπαξ που έπαιρναν κατά το πρόσφατο παρελθόν οι δημόσιοι υπάλληλοι.
Και σαν να μην έφτανε όλο αυτό το πεσκέσι, το κούρεμα του εφάπαξ γίνεται μεγαλύτερο και με το νέο νόμο Κατρούγκαλου για το Ασφαλιστικό (4387/2016). Αρχικώς η ανταποδοτικότητα εισφορών-παροχών στο εφάπαξ των υπαλλήλων διατηρήθηκε μέχρι 31-12-2013 για τα έτη εισφορών που πλήρωσαν οι ασφαλισμένοι. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει ότι οι ασφαλισμένοι δικαιούνται εφάπαξ μεγαλύτερο από τις εισφορές που πλήρωσαν. Ωστόσο τα πράγματα άλλαξαν προς το χειρότερο με το νόμο Κατρούγκαλου αφού από 1-1-2014 καταργήθηκε η σχέση ανταποδοτικότητας εισφορών-παροχών. Με άλλα λόγια ο νόμος Κατρούγκαλου καταργεί στην ουσία το εφάπαξ!
Στην Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργείων Οικονομικών και εργασίας, φαίνονται με παραδείγματα πόσο περιορισμένη είναι πια η ανταποδοτική σύνταξη, δηλαδή το μέρος εκείνο των συντάξιμων αποδοχών, που προκύπτει από τις εισφορές που έχει καταβάλλει ο ασφαλισμένος στη διάρκεια του εργασιακού του βίου. Αιτία είναι τα νέα, μειωμένα ποσοστά αναπλήρωσης, σε σχέση με τα παλαιότερα, που θεσπίστηκαν από το Ασφαλιστικό «Κατρούγκαλου». Φαίνεται επίσης, ότι η ανταποδοτική σύνταξη δε μπορεί να υπολογιστεί για όσους έχουν υποβάλει αιτήσεις συνταξιοδότησης από 13-5-2016 και μετά, αφού δεν έχει προσδιοριστεί ακόμα από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, η «ετήσια μεταβολή μισθών». Γι’ αυτό, επισημαίνεται ότι θα ακολουθήσουν «νέες οδηγίες», όταν υπάρξει επίσημα η συγκεκριμένη παράμετρος.
Κοινώς, οι περικοπές στα εφάπαξ δε φαίνεται να σταματούν εδώ. Τις μεγαλύτερες απώλειες φαίνεται ότι θα έχουν όσοι βγήκαν στη σύνταξη μετά την 1-1-2014, ενώ σε ό,τι αφορά στο κριτήριο της εκπαίδευσης κάποιοι θα ευνοηθούν και κάποιοι όχι. Τις μεγαλύτερες απώλειες θα έχουν οι υπάλληλοι Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης που έφυγαν με 25ετία στην πλάτη τους ενώ μεγαλύτερες απώλειες θα έχουν οι υπάλληλοι ΥΕ με 30 ή 35 χρόνια υπηρεσίας. Τέλος, οι πιο ευνοημένοι φαίνεται να είναι οι υπάλληλοι Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης με 35ετία και στη συνέχεια, οι υπάλληλοι της ίδιας κατηγορίας με 25-30 χρόνια υπηρεσίας.
Αναμένουμε να δούμε τις εξελίξεις στο Δημόσιο Τομέα με την ευχή να μην αποδειχθούμε Κασσάνδρες.